Αφού καλέσουμε τη ψυχή μας ας συνομιλήσουμε με αυτήν για τα λόγια, τις πράξεις, τις σκέψεις. Ας εξετάσουμε τί έχει ξοδευτεί καλώς, και τί μάς έβλαψε. Ποιός λόγος δαπανήθηκε κακώς σε συκοφαντίες, σε αισχρολογίες, σε βρισιές.
Ποιά σκέψη παρακίνησε το μάτι μας σε ακολασία, ποιός λογισμός έγινε πράξη και μας προξένησε βλάβη, ή με τα χέρια, ή με τη γλώσσα, ή ακόμα με τα μάτια και ας φροντίσουμε να απομακρυνθούμε από την άσκοπη δαπάνη, και αντί γι’ αυτά που κακώς έχουν ξοδευτεί, να συγκεντρώσουμε άλλη ωφέλεια, αντί των λόγων που μάταια ελέχθησαν να αναπέμψουμε προσευχές, αντί των φιλήδονων θεαμάτων να κάνουμε ελεημοσύνες και νηστείες.
Γιατί αν πρόκειται να δαπανήσουμε με ματαιότητα τη ζωή μας, χωρίς να συγκεντρώσουμε κάτι, χωρίς να αποταμιεύσουμε για τους εαυτούς μας κανένα αγαθό, αφού καταντήσουμε σε πολύ μεγάλη φτώχεια θα στείλουμε τους εαυτούς μας στην αθάνατη τιμωρία του πυρός.
Για μεν τα χρήματα συνηθίζουμε να κάνουμε τον λογαριασμό πρωί-πρωί. Για τις πράξεις μας όμως μετά το δείπνο και το βράδυ, όταν βρισκόμαστε στο κρεβάτι, που κανείς δεν ενοχλεί, που κανείς δεν θορυβεί, πρέπει να ζητούμε τις ευθύνες μας για όλα αυτά που έχουμε κάνει και έχουμε πει την ημέρα και αν βρούμε ότι έχουμε κάνει κάτι το εφάμαρτο, ας τιμωρήσουμε το λογισμό, ας επιτιμήσουμε τη σκέψη, ας κάνουμε τη ψυχή μας να λυπηθεί τόσο πολύ, ώστε να μη ξανατολμήσει και μας οδηγήσει στο ίδιο βάραθρο της αμαρτίας, ενθυμούμενη τον πόνο που υπέφερε.
Για το ότι αυτή η ώρα είναι η πλέον κατάλληλη για παρόμοιο λογαριασμό, άκουσε τον προφήτη που λέει· «Αυτά που λέτε στις καρδιές σας να τα συζητάτε στο κρεβάτι σας με τον εαυτόν σας». Κάνουμε καθημερινώς πολλά όχι όπως τα θέλουμε και οι φίλοι μάς παροργίζουν και οι υπηρέτες μάς κάνουν να γινόμαστε θηρία, και η γυναίκα μας μάς στενοχωρεί, και το παιδί μας μάς λυπεί, και η ενόχληση των διαφόρων καταστάσεων ιδιωτικών και δημοσίων μας περικυκλώνει· και δεν μπορούμε τότε να δούμε ότι οδηγούμαστε στην πτώση.
Όταν απαλλαγούμε από όλα αυτά, και συνέλθουμε κατά το βράδυ, και έχουμε πολλήν ησυχία, ας δικάζουμε τον εαυτό μας, για να έχουμε τον Θεόν ελεήμονα εξαιτίας αυτής της κριτικής μας προς τον εαυτό μας. Και αν καθημερινά αμαρτάνουμε και ελέγχουμε τη ψυχή μας, ουδέποτε όμως συναισθανόμαστε τις αμαρτίες μας, όπως ακριβώς αυτοί που συνεχώς ασθενούν και περιφρονούντες τον κίνδυνο προκαλούν στους εαυτούς τους πυρετούς και τον ανυπόφορο θάνατο, έτσι λοιπόν και εμείς από την συνεχή αυτήν αναισθησία θα επισύρουμε για τους εαυτούς μας την απαραίτητη τιμωρία.
Γνωρίζω ότι αυτά που ειπώθηκαν είναι φορτικά, όμως έχουν πολύ κέρδος. Έχουμε γλυκύτατο Δεσπότη που θέλει μόνο να πιαστεί από κάποια αιτία και αμέσως να δείξει όλη του την φιλανθρωπία. Διότι εάν, αμαρτάνοντες και μένοντες ατιμώρητοι, δεν γινόμασταν χειρότεροι, θα παρέβλεπε την τιμωρία μας· αλλά γνωρίζει αυτό καλά, ότι το να μη μας τιμωρεί, όταν αμαρτάνουμε, δεν μας ζημιώνει λιγότερο από την ζημιά που παθαίνουμε από αυτά τα ίδια τα αμαρτήματά μας.
Για τούτο προσθέτει την τιμωρία, όχι για να απαιτήσει ικανοποίηση, αλλά για να διορθώσει τα μέλλοντα. Και για να μάθεις ότι αυτό είναι αλήθεια, άκουσε τί λέει στον Μωϋσή· «Άφησέ με, ώστε να φουντώσει ο θυμός μου εναντίον τους και να τους καταστρέψω». Λέει, άφησέ με, όχι διότι ο Μωϋσής τον κρατούσε· διότι τίποτε δεν είπε προς αυτόν ο Μωυσής, αλλά στεκόταν σιωπηλός επειδή ήθελε να δώσει αφορμή για την υπέρ αυτών ικεσία. Επειδή εκείνοι έκαναν πράξεις που άξιζαν τιμωρία που ήταν αναγκαία, και δεν ήθελε να τους τιμωρήσει, αλλά να φανεί φιλάνθρωπος, αυτό τους έκαμε πιό οκνηρούς. Εφάρμοζε λοιπόν και τα δύο, ώστε ούτε η τιμωρία να επέλθει, ούτε εκείνοι να γίνουν πιό οκνηροί εξαιτίας της ατιμωρησίας, αφού μάθουν ότι, όχι εξαιτίας της ιδικής τους αξίας, αλλά λόγω της προστασίας του Μωυσέως διέφυγαν την οργή του Δεσπότη.
Αυτό κάνουμε και εμείς πολλές φορές. Τους υπηρέτες που έκαμαν πράξεις άξιες τιμωρίας, επειδή ούτε θέλουμε να τους τιμωρήσουμε, αλλά ούτε και να τους απαλλάξουμε από το φόβο της τιμωρίας παρακαλούμε τους φίλους να τους αρπάξουν μέσα από τα χέρια μας, ώστε και ο φόβος της τιμωρίας να παραμείνει αμείωτος σ’ αυτούς και τις ποινές που θα τους επιβάλαμε να τις αποφύγουν. Αυτό έκανε και ο Θεός. Και ότι αυτό είναι αλήθεια αποδεικνύεται από αυτά τα λόγια· «Άφησε με», λέγει, «ώστε να θυμώσω». Και πράγματι όταν θέλουμε να τιμωρήσουμε και δεν μας αφήνει κάποιος, τότε θυμώνουμε. Αυτός όμως λέει: «Άφησε με να θυμώσω, για να μάθεις ότι ο θυμός δεν είναι πάθος για το Θεό, αλλά η τιμωρία που γίνεται εναντίον μας ονομάζεται με αυτήν την ονομασία. Όταν λοιπόν ακούσεις τον Μωυσή να λέει: «αν θέλεις να συγχωρήσεις την αμαρτία τους, συγχώρησέ την», πριν από τον δούλο να εκπλαγείς για τον Δεσπότη, γιατί αυτός έδωσε σ’ αυτόν τις αφορμές αυτής της φιλανθρωπίας. Και δεν το έκανε αυτό μόνον εδώ αλλά και στον Ιερεμία και στον Ιεζεκιήλ αυτό το ίδιο λέει· «Περιδιαβείτε και δείτε στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, εάν υπάρχει κάποιος άνθρωπος που να εκτελεί το δίκαιο και ζητά την αλήθεια, θα τους συγχωρήσω».
Είδες φιλανθρωπία; Από την αρετή του ενός απολαμβάνουν και πολλοί από τους πονηρούς· με την κακία δε των πολλών, και αν ένας είναι αυτός που ζει ενάρετα μέσα στο άπειρο πλήθος, δεν καταστρέφεται μαζί με αυτούς· αλλά ένας μόνον άνθρωπος που ζει σωστά, μπορεί να απαλλάξει ολόκληρη πόλη από την οργή του Θεού, ενώ ολόκληρη πόλη διεφθαρμένη δεν μπορεί να τραβήξει και να φέρει προς αυτήν αυτόν που ζει ενάρετα. Και αυτό γίνεται φανερό από τον Νώε. Ενώ όλοι χάνονταν, αυτός μόνο διασώζονταν.
Επίσης γίνεται φανερό και από τον Μωυσή, διότι μόνος του μπόρεσε να απαλλάξει με την ικεσία του τόσο πλήθος λαού από την τιμωρία. Εγώ δε έχω και άλλον μεγαλύτερο λόγο να τον αναφέρω ως παράδειγμα της φιλανθρωπίας του Θεού. Γιατί όταν δεν βρει ζωντανούς ανθρώπους που να έχουν παρρησία να τον παρακαλέσουν για τους αμαρτωλούς, καταφεύγει σε αυτούς που έχουν αποθάνει και λέει ότι συγχωρεί τα αμαρτήματα εξαιτίας τους, όπως ακριβώς λέει στον Εζεκία: «Θα υπερασπισθώ την πόλη αυτή προς χάρη μου και για χάρη του δούλου μου του Δαβίδ, ο όποιος ήδη έχει πεθάνει».
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ότι δηλαδή, τα πάντα μετέρχεται και χρησιμοποιεί ο Θεός, ώστε να μας απαλλάξει από την κόλαση και την τιμωρία, ας δίνουμε σ’ αυτόν πολλές αφορμές γι’ αυτό, με την εξομολόγηση, με τη μετάνοια, με τα δάκρυα, με τις προσευχές, με το να απομακρύνουμε την οργή μας από τους συνανθρώπους μας, με το να φροντίζουμε τους φτωχούς, με το να είμαστε σώφρονες και προσεκτικοί στις προσευχές, με το να δείχνουμε ταπεινοφροσύνη, με το να θυμόμαστε συνεχώς τα αμαρτήματά μας.
Δεν είναι αρκετό μόνον το να πούμε, είμαι αμαρτωλός, αλλά πρέπει να θυμόμαστε τα πλημμελήματά μας αυτά το καθένα ξεχωριστά. Γιατί όπως ακριβώς εξαφανίζονται εύκολα τα αγκάθια, όταν πέσει φωτιά σ’ αυτά, έτσι και ο λογισμός όταν θυμάται συνεχώς τα πλημμελήματα, εύκολα τα εξολοθρεύει και τα εξαφανίζει. Ο δε Θεός ο οποίος παραβλέπει τις ανομίες, και απομακρύνει τις αδικίες, είθε να μας απαλλάξει και από τις αμαρτίες μας και να μας αξιώσει της βασιλείας των ουρανών, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού διά του οποίου και μετά του οποίου ανήκει δόξα στον Πατέρα και στο άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε, και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Αγ. Ιωαν. Χρυσοστόμου, Ομιλία «Ότι χρήσιμον το κατηγορείν των οικείων αμαρτημάτων»).
Αναδημοσίευση: Ψήγματα Ορθοδοξίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου