Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

KΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λουκά 14, 16-24 (11-12-2011)

Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ
Πρωτότυπο κείμενο
16 Άνθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς˙ 17 και απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις˙ έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμά εστι πάντα. 18 και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες. ο πρώτος είπεν αυτώ˙ αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν˙ ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. 19 και έτερος είπε˙ ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά˙ ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. 20 και έτερος είπε˙ γυναίκα έγημα, και διά τούτο ού δύναμαι ελθείν. 21 και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα. Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού˙ έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε. 22 και είπεν ο δούλος˙ κύριε, γέγονεν ως επέταξας, και έτι τόπος εστί. 23 και είπεν ο κύριος προς τον δούλον˙ έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκος μου. 24 λέγω γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου.
Νεοελληνική Απόδοση
Κάποιος άνθρωπος ετοίμασε ένα μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, έστειλε το δούλο του να πει στους καλεσμένους: «ελάτε, όλα είναι πιά έτοιμα». Τότε άρχισαν ο ένας μετά τον άλλο να βρίσκουν δικαιολογίες: Ο πρώτος του είπε: «αγόρασα ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω˙ σε παρακαλώ θεώρησε με δικαιολογημένον». Άλλος του είπε: «αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω˙ σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με». Και ένας άλλος του είπε: «είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω». Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα είπε αυτά στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης οργισμένος είπε στο δούλο του: «πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς». Όταν γύρισε ο δούλος του είπε: «κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε και υπάρχει ακόμη χώρος». Είπε πάλι ο κύριος στο δούλο: «πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια και ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου˙ γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από εκείνους που κάλεσα δεν θα γευτεί το δείπνο μου».
Σχολιασμός
Λίγες μόνο μέρες μας χωρίζουν από τη μεγάλη εορτή των  Χριστουγέννων. Η ψυχική μας προετοιμασία για την υποδοχή του μεγάλου αυτού γεγονότος, της ενανθρώπησης του Υιού και Λόγου του Θεού, πρέπει ολοένα και να εντείνεται. Η Εκκλησία μας, θέλοντας να μας ενισχύσει σ’ αυτή μας την προσπάθεια, όρισε να αναγιγνώσκεται σήμερα, Κυριακή των Προπατόρων, η παραβολή του Δείπνου.
Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτήν, κάποιος μεγάλος άρχοντας ετοίμασε λαμπρή δεξίωση. Όταν ήταν όλα έτοιμα, έστειλε το δούλο του να ειδοποιήσει τους καλεσμένους να ’ρθούνε. Τότε όμως όλοι, μη ξέροντας τι έχαναν και βρίσκοντας κάποιες αστείες προφάσεις και δικαιολογίες, αρνούνταν να παρευρεθούν στο Δείπνο.
Τον πρώτο, τον εμπόδιζε το χωράφι του που μόλις πριν από λίγο είχε αγοράσει, τον άλλον, πέντε ζευγάρια βόδια, και τον τρίτο ο πρόσφατος γάμος του και οι διάφορες οικογενειακές του υποχρεώσεις.
Όταν ο άρχοντας τα πληροφορήθηκε αυτά, έστειλε τον υπηρέτη του να πάει στα σοκάκια και στις πλατείες της πόλεως και να μαζέψει όλους τους φτωχούς, τους σακάτηδες και τους ανάπηρους. Όταν κι αυτό έγινε, επειδή περίσσευε ακόμα χώρος, μαζέψανε όλους τους περιφρονημένους και περιθωριοποιημένους που βρίσκονταν έξω από την πόλη, για να απολαύσουν και αυτοί το μεγάλο και υψηλό δείπνο.
Την εποχή του Κυρίου, οι περισσότεροι Ιουδαίοι αντιλαμβάνονταν τη μεσσιακή βασιλεία ως μια περίοδο μεγάλης εθνικής ευδαιμονίας, κατά την οποία οι κατά σάρκα απόγονοι του Αβραάμ θα απολάμβαναν στο έπακρο τα υλικά αγαθά. Ο Χριστός όμως επισημαίνει πως τα αγαθά είναι ουράνια και αιώνια και ότι ναι μεν οι επίσημοι προσκεκλημένοι είναι οι  Εβραίοι, αλλά αρνούνται τη μεγάλη πρόσκληση. Αντίθετα, οι πρώην ειδωλολατρικοί λαοί, δέχονται την πρόσκληση.
Εδώ όμως θα περιοριστούμε στην ευχαριστιακή ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία το Δείπνο δεν είναι άλλο από την Θεία Ευχαριστία.

Ο άρχοντας που  ετοίμασε το δείπνο, είναι ο Θεός  Πατέρας. Το Δείπνο είναι η βασιλεία Του η ουράνια, αλλά και η προέκτασή της πάνω στη γη, η Εκκλησία μας, και ειδικότερα, όπως προαναφέρθηκε, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Ο δούλος δεν είναι άλλος από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ο οποίος, όντας Θεός αληθινός, ταπεινώθηκε τόσο πολύ, που υπάκουσε στο θέλημα του Θεού Πατέρα μέχρι θανάτου.
Το δείπνο χαρακτηρίζεται μέγα, διότι Μέγας είναι αυτός που το ετοίμασε και το προσφέρει. Μέγα και τρισμέγιστο είναι κι αυτό που παρατίθεται: δεν προσφέρεται συνηθισμένη τροφή, αλλά ο θείος άρτος, το πανάγιο σώμα και το τίμιο αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Επίσης, το θεϊκό δείπνο είναι μέγα, επειδή οι προσκεκλημένοι του είναι πολλοί: ο Κύριος μάς προσκαλεί όλους ανεξαιρέτως, κανέναν δεν εξαιρεί, κανέναν δεν αποκλείει. 
Ας επανέλθουμε όμως στους επίσημους προσκεκλημένους της παραβολής κι ας δούμε τις προφάσεις που προβάλλουν. <<Αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν>>, απαντά ο πρώτος. <<Ερωτώ σε, έχε με παρητημένον>>. Ο δεύτερος λέγει:<< Ζεύγη βοών ηγόρασα  πέντε και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά. Ερωτώ ούν σε, έχε με παρητημένον>>, επαναλαμβάνει και αυτός.
Η καρδιά λοιπόν και των δυο είναι δοσμένη ολότελα στον αγρό και στα βόδια αντίστοιχα. Όντας αιχμάλωτοι της ύλης, κυνηγούν αγκομαχώντας τον πλούτο και την καλοπέραση. Οι μέριμνες, σαν αγκάθια, πνίγουν κάθε κίνηση της ψυχής προς τα θεία και ουράνια. Είναι κυριευμένοι από τη φιλαργυρία και τη φιληδονία. Η δουλειά γίνεται γι’ αυτούς δουλεία.  Από ιδιοκτήτες και κύριοι των βοδιών και των αγρών, γίνονται δούλοι και υποχείριά τους. Πού να περισσεύσει χρόνος για το δείπνο της Βασιλείας;
Μήπως όμως αυτά ισχύουν μόνο για τους προαναφερθέντες; Πόσες φορές  και ’μεις δε βάλαμε τις δουλειές μας πάνω από το νόμο του Θεού! Πόσες φορές για χατίρι τους μείναμε μακριά από τη Θεία Λειτουργία; Ας μη νομισθεί όμως πως αρνείται η Εκκλησία μας τη μεγάλη αξία της εργασίας. Ο λαός μας πολύ σοφά λέει πως η δουλειά είναι προσευχή. Και πράγματι είναι. Κατέχει σπουδαία, αλλά όχι πρωταρχική σημασία στη ζωή μας. Παρόλο που γίνεται το μέσο για εξασφάλιση των αναγκαίων, εντούτοις ο πραγματικός στόχος είναι άλλος, είναι ο αγώνας για κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, η ένωση με το Θεό.
Ας δούμε και τί δικαιολογίες προβάλλει ο τρίτος προσκεκλημένος. <<Γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν>>. Ο γάμος είναι γι’ αυτόν το  εμπόδιο που δεν του επιτρέπει να γίνει συνδαιτυμόνας στο μεγάλο δείπνο. Οι κοινωνικές υποχρεώσεις που δημιουργεί ο γάμος, η φροντίδα των παιδιών και ο αγώνας για εξασφάλιση τροφής και κατοικίας δεν του αφήνουν χρόνο για το δείπνο της Βασιλείας.
Αποτελεί όμως ο γάμος εμπόδιο στην  πνευματική ζωή; Ασφαλέστατα όχι, μιας που είναι μυστήριο και μάλιστα μέγα. Η οικογένεια εξάλλου χαρακτηρίζεται ως Εκκλησία μικρά, μικρογραφία δηλαδή της ίδιας της Εκκλησίας, που ελαφρώνει τα βάρη και αφήνει άνοιγμα για να περάσει ο Θεός στη ζωή μας και να την ανακαινίσει.
Ας μη νομισθεί όμως πως ο γάμος δεν έχει τις δυσκολίες του. Ο χριστιανός, αν και δεν αδιαφορεί για αυτές, γνωρίζει να τις αναθέτει στο Θεό, αναμένοντας τη δική Του αρωγή και βοήθεια. <<Εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα>>, μας προτρέπει καθημερινά η Εκκλησία.
Θα λέγαμε πως και οι τρεις  προσκεκλημένοι της παραβολής στάθηκαν ανίκανοι να υπερβούν τα διάφορα  εμπόδια, μικρά ή μεγάλα. Έτσι, για χάρη των φθαρτών έχασαν τα άφθάρτα, για τα πρόσκαιρα και γήινα  στερήθηκαν τα ουράνια και αιώνια. Το δικό τους πάθημα, ας γίνει για μας μάθημα. Ας μάθουμε να βρίσκουμε  τον τρόπο έτσι που τα υλικά αγαθά, η εργασία και η οικογένεια να μας φέρνουν πιο κοντά στον τρόπο ζωής της Εκκλησίας μας. Και ας μην ξεχνούμε κάτι πολύ σημαντικό: το δείπνο της Βασιλείας δεν είναι μια απομακρυσμένη πραγματικότητα, την οποία θα κληρονομήσουμε ή δε θα κληρονομήσουμε μετά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Η Βασιλεία του Θεού είναι παρούσα μέσα στην Εκκλησία και η Θεία Λειτουργία δεν είναι τίποτε άλλο παρά το επί γης δείπνο της.
O άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης αναφέρει χαρακτηριστικά: <<Η Θεία Λειτουργία είναι η ουράνια λατρεία του Θεού πάνω στη γη. Είναι μακαριότητα, ειρήνη, χαρά της ψυχής. Αυτή τρέφει το νου, χαροποιεί την καρδιά, προκαλεί δάκρυα κατανύξεως, ευλαβείας, ευγνωμοσύνης και ευφραίνει με τις ελπίδες της αναστάσεως και της αθανασίας>>.
Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας οι ουρανοί ανοίγουν: είναι παρόντες η Παναγία Θεοτόκος, οι Απόστολοι, οι Προφήτες, οι Ιεράρχες, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Δίκαιοι, πλήθος αγγέλων, οι ζώντες και οι κεκοιμημένοι που μνημονεύθηκαν στην Αγία Πρόθεση, και προπαντός η κεφαλή της Εκκλησίας, ο Χριστός. Εμείς οι χοϊκοί άνθρωποι βλέπουμε τα άφθαρτα αγαθά της Βασιλείας των ουρανών. <<Παίρνουμε την προίκα μας, το Άγιον Πνεύμα, και μαθαίνουμε ότι αυτός που ζητάμε μπορεί να είναι στο χέρι μας, μπορούμε να τον πιάσουμε (Αρχ. Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης) >>.
Ο Κύριος προσφέρει το σώμα και το αίμα Του για να ζήσει ο κόσμος. <<Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον (Ιω. 6, 54)>>. Η σωστή συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι η καλύτερη προετοιμασία για να υποδεχτούμε το μεγάλο γεγονός των Χριστουγέννων, που έχει πλησιάσει. Αμήν. 

Αναδημοσίευση: Ιερά Μητρόπολις Κωνσταντίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου